- μαδούρα
- ηιατρ. ενδημική ασθένεια τών τροπικών χωρών, μυκήτωμα.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ταμούλ — Δραβιδική γλώσσα που τη χρησιμοποιούν εκατομμύρια κάτοικοι της Νότιας Ινδίας και της Σρι Λάνκα. Αναφέρεται και ως ταμίλ. Η λογοτεχνία της γλώσσας αυτής ανάγεται στους αρχαιότατους χρόνους. Τα ιερά της κείμενα είναι παλαιότερα των αντίστοιχων… … Dictionary of Greek